Η Ήπειρος, προς το παρόν τουλάχιστον, παραμένει αλώβητη και αυτή τη φορά, όπως πριν λίγους μήνες, όταν η κτηνοτροφία επλήγη από την πανώλη των μηρυκαστικών, και, σύμφωνα με τις κτηνιατρικές αρχές, δεν υπάρχουν ενδείξεις για κρούσματα ευλογιάς στην περιοχή.
Η Διεύθυνση Κτηνιατρικής της Περιφέρειας Ηπείρου και οι κτηνίατροί της βρίσκονται σε καθημερινή επαφή και με τους ιδιώτες κτηνιάτρους αλλά και με τους παραγωγούς, όπως ανέφερε η προϊσταμένη της υπηρεσίας Κατερίνα Ντόντορου, καλώντας τους να τηρούν απαρέγκλιτα τα μέτρα βιοασφάλειας αλλά και να ζητούν την τήρησή τους και από όλους όσοι μπαίνουν στις εκμεταλλεύσεις, όπως οι μεταφορείς γάλακτος από τις γαλακτοβιομηχανίες.
«Δεν έχουμε καμία αναφορά και καμία ένδειξη ότι υπάρχει υποψία του νοσήματος στην περιοχή», σημείωσε η κ. Ντόντορου, τονίζοντας την αξία της τήρησης των μέτρων, ώστε η περιοχή μας, που είναι καθαρά κτηνοτροφική, να παραμείνει αλώβητη και από αυτόν τον κίνδυνο. Η κ. Ντόντορου υπογράμμισε, επίσης, πως δεν τίθεται ζήτημα για τη δημόσια υγεία, καθώς η νόσος προσβάλλει μόνο τα αιγοπρόβατα και όχι τον άνθρωπο.
Από την πλευρά του Υπουργείου εκτιμάται ότι η απαγόρευση μετακίνησης αιγοπροβάτων θα εμποδίσει την περαιτέρω διάδοση της ευλογιάς, με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να επισημαίνει ότι, μετά το δεκαήμερο, υπάρχει η πρόθεση να αρθούν τα μέτρα στις περιοχές, που είναι «καθαρές», ακολουθώντας τα επιδημιολογικά δεδομένα και πάντα σε συνεργασία με τις κτηνιατρικές υπηρεσίες της χώρας και με τις περιφερειακές αρχές.
Μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί 104 εστίες της νόσου, εκ των οποίων οι 81 εντοπίζονται σε περιοχές του Έβρου και οι υπόλοιπες σε Κομοτηνή, Ξάνθη, Καβάλα και Σέρρες, ενώ τις τελευταίες ημέρες εντοπίστηκαν ένα στην περιοχή της Κορίνθου και ένα στην περιοχή της Μαγνησίας.
Ο εντοπισμός αυτών των κρουσμάτων οδήγησε στην απόφαση για αναβάθμιση των μέτρων ασφαλείας, που ελήφθη κατά την τηλεδιάσκεψη που είχε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Κώστας Τσιάρας με τον υφυπουργό Χρήστο Κέλλα, τον Γ.Γ. Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Γιώργο Στρατάκο, τους περιφερειάρχες, αντιπεριφερειάρχες αρμόδιους για τον πρωτογενή τομέα, εκπροσώπους της ΕΘΕΑΣ και των Διεπαγγελματικών Οργανώσεων Κρέατος και Φέτας, του ΣΕΒΓΑΠ, της Ομοσπονδίας Βιομηχανικών Σφαγείων και τη Διεύθυνση Κτηνιατρικής. Η απαγόρευση μετακίνησης αιγοπροβάτων είναι καθολική και αφορά όλες τις μετακινήσεις για αναπαραγωγή, πάχυνση, βοσκή και σφαγή.
Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σε συνεργασία με τις Περιφέρειες, συνεχίζουν την επιδημιολογική έρευνα σχετικά με την προέλευση των κρουσμάτων, ενώ στις κτηνοτροφικές μονάδες στη Μαγνησία και στην Κορινθία έχουν ενεργοποιηθεί όλα τα πρωτόκολλα, που προβλέπουν οι κανονισμοί της ΕΕ. Ήδη κλιμάκια κτηνιάτρων διεξάγουν ελέγχους στη ζώνη προστασίας των 3 χλμ. και στη ζώνη επιτήρησης των 10 χλμ. Και στις δύο Περιφερειακές Ενότητες έχουν ενημερωθεί οι κτηνοτρόφοι της περιοχής για τα μέτρα που έχουν ληφθεί, καθώς και οι τυροκόμοι, οι ιδιοκτήτες σφαγείων και οι προμηθευτές ζωοτροφών.
Σε ό,τι αφορά πιθανά προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, ο κ. Τσιάρας ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να παρατηρηθούν ελλείψεις στην αγορά. «Αυτή τη στιγμή δεν τίθεται τέτοιο θέμα και, αν παίρνουμε κάποια μέτρα, είναι ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, για να μην υπάρξουν ελλείψεις, για να μην υπάρξουν αυξήσεις τιμών, για να σώσουμε το ζωικό μας κεφάλαιο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον προχωράμε σε μέτρα, τα οποία ενδεχομένως φαίνονται σκληρά σε πρώτο χρόνο, όμως έχει αποδειχθεί ότι αποδίδουν», επισήμανε χαρακτηριστικά.
«Καθαρή» από ευλογιά των προβάτων η Ήπειρος
Μια δεύτερη απειλή μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα αντιμετωπίζει το ζωικό κεφάλαιο της χώρας, με την ευλογιά των αιγοπροβάτων να έχει οδηγήσει στη θανάτωση περισσότερων από 17.000 ζώα και τη δεκαήμερη απαγόρευση μετακινήσεων σε ολόκληρη την επικράτεια.