Απόψεις

«Έμφυλη βία: Η ΝΔ φλερτάρει με την οπισθοδρόμηση και τους αναχρονισμούς»

«Γιατί ο αγώνας κατά της έμφυλης βίας είναι καθημερινός και μακροχρόνιος. Απαιτεί αντοχές και επαγρύπνιση μέχρι να πραγματοποιηθεί η ουσιαστική ισότητα των φύλων και οι γυναίκες να αποκτήσουν την πλήρη χειραφέτηση τους σε μια ανθρώπινη κοινωνία δικαίου, δημοκρατίας και πραγματικής ισονομίας». Γράφει η βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Μερόπη Τζούφη.

Δυστυχώς, το τελευταίο διάστημα παρακολουθούμε μια σειρά κυβερνητικών επιλογών, που δημιουργούν έντονο προβληματισμό και ανησυχία, όπως τη συντηρητική αντιμεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου, το συνέδριο της «ντροπής» για τον έλεγχο της γυναικείας μήτρας με προγραμματισμένη συμμετοχή δεκάδων υπουργών και κυβερνητικών στελεχών, όπως και δημόσιες καμπάνιες με ακριβές διαφημίσεις για «τα δικαιώματα του αγέννητου παιδιού» που υποστηρίχθηκαν από κρατικούς οργανισμούς.

Παράλληλα, η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί με αποτροπιασμό τις απανωτές γυναικοκτονίες, τους βιασμούς και τα συνεχόμενα περιστατικά βίας και μάλιστα μέρος των ΜΜΕ προσπαθεί να δικαιολογήσει την εξουσία των θυτών και να υποβιβάσει τα ζητήματα και τα δικαιώματα των ευάλωτων γυναικών.

Σε μια μετανεωτερική κοινωνία που οι διαφυλικές σχέσεις αλλάζουν ραγδαία, η κυβέρνηση της Ν.Δ. φλερτάρει με τον αναχρονισμό και την οπισθοδρόμηση, προάγοντας την έμφυλη ισότητα επιφανειακά και προσχηματικά ως βιτρίνα κάλυψης των αντιδημοκρατικών νομοθετημάτων της (βλέπε τον πρόσφατο νόμο για τα εργασιακά ή για το οικογενειακό δίκαιο), κάτι που φαίνεται και από την αδιαφορία της για την αποτελεσματική, συχνή και συντονισμένη λειτουργία της Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Η έμφυλη βία κατά των γυναικών, με πολλές μορφές, αποτελεί διαχρονικό και παγκόσμιο φαινόμενο. Οι σωματικές επιθέσεις, η κακοποίηση, η σεξουαλική παρενόχληση, ο γάμος κοριτσιών σε πολύ μικρή ηλικία, αποτελούν εκφάνσεις διαφυλικής βίας που στην ακρότητά τους συμπυκώνονται στο τραγικό φαινόμενο της γυναικοκτονίας. Η πρόσφατη σοκαριστική δολοφονία της Καρολάιν έφερε για ακόμη μια φορά στο προσκήνιο το επιτακτικό αίτημα για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, που οξύνεται δραματικά.

Ο όρος γυναικοκτονία δείχνει ότι ένας άνθρωπος δολοφονείται, επειδή είναι γυναίκα, εξαιτίας του φύλου του. Πρόκειται για την κοινωνικοπολιτισμική συνθήκη της πατριαρχίας που διαπερνά την οικογένεια, τους μηχανισμούς κοινωνικού ελέγχου, το σχολείο και φέρεται στις συμπεριφορές των ανθρώπων. Και βέβαια το ζήτημα δεν είναι γλωσσικό αλλά βαθιά πολιτικό. Ο γενικός όρος ανθρωποκτονία συσκοτίζει την ιδιαιτερότητα και τη γενεσιουργό αιτία του εγκλήματος, που είναι η έμφυλη ανισότητα. Πρόκειται για εκείνους που θεωρούν τη γυναίκα κτήμα του πατρός ή του ανδρός της, υποχρεωμένη να κάνει παιδιά, να δουλεύει μόνο επικουρικά, για να συνεισφέρει μερικώς στον προϋπολογισμό της οικογένειας και να θεωρεί τη χειροδικία και το ξύλο από τον άνδρα-αφέντη συμβατή με το γυναικείο της ρόλο. Ο όρος «γυναικοκτονία» πολιτογραφήθηκε στην εγκληματολογία το 1972 και έκτοτε χρησιμοποιείται σε δικαστήρια, στον ΟΗΕ και στον ΠΟΥ. Στην Ε.Ε. ο όρος διαχωρίζεται από την ανθρωποκτονία σε 16 κράτη ενώ σε 12 (μεταξύ αυτών η Ελλάδα) δε διαχωρίζεται. Είναι, λοιπόν, εμφανές ότι στις μέρες μας αποτελεί επείγον αίτημα του φεμινιστικού κινήματος, η γυναικοκτονία να αναγνωριστεί νομικά και να μπει στον Ποινικό Κώδικα ως νέο αδίκημα.

Εκτός, όμως, από το ζήτημα της βίας κατά των γυναικών, σοβαρό είναι και το θέμα των δικαιωμάτων τους εν γένει. Δεν είναι τυχαία η διοργάνωση του συνεδρίου για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας, που τελικά, μετά τις μαζικές αντιδράσεις στα κοινωνικά δίκτυα, δε θα πραγματοποιηθεί. Το μήνυμα που επιχειρούσαν να περάσουν οι διοργανωτές, ήταν βαθιά συντηρητικό: «για να γίνεις μάνα πρέπει να αφήσεις τις σπουδές και την εκπαίδευση, να μην έχεις επαγγελματικές αξιώσεις, να σταματήσεις να είσαι αυτόνομη και χειραφετημένη». Είναι αυτονόητο και φυσικό καθήκον κάθε Πολιτείας που θέλει να λέγεται δημοκρατική, να υποστηρίζει τις μητέρες και τις εργαζόμενες γυναίκες με όλα τα αναγκαία μέσα προκειμένου να μπορέσουν, όταν αποφασίσουν, να κάνουν παιδιά.

Αντί, λοιπόν, για «σκοταδιστικά» συνέδρια, που δε λαμβάνουν υπόψη τις κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις στη χώρα και επαναφέρουν αναχρονιστικές νουθεσίες προς τις γυναίκες, θα ήταν φρόνιμο και ελπιδοφόρο να προωθηθεί η αναγκαιότητα σεξουαλικής ενημέρωσης στα σχολεία για την αντισύλληψη και τις νέες μεθόδους που θα αποτρέπουν τις πολλές αμβλώσεις και βεβαίως να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα θεσμικής δικαιικής προστασίας της εγκύου, αλλά και του ελέγχου της διαδικασίας της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής με παροχή αξιόπιστων, δημόσιων και δωρεάν υπηρεσιών. Πιο σημαντικό απ’ όλα είναι το πως μεγαλώνουμε και διαπαιδαγωγούμε τα παιδιά μας.

Ειδικά στον χώρο της Εκπαίδευσης, η κυβέρνηση της Ν.Δ, αντί να ενισχύσει κάθε παιδευτική δυνατότητα για προώθηση της έμφυλης ισότητας, ακολούθησε τη συνηθισμένη της τακτική της αναιτιολόγητης αποδόμησης των πολιτικών της προηγούμενης διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Κατήργησε καινοτόμες εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες και δράσεις για την ένταξη της οπτικής του φύλου και της συμπεριληπτικής πολιτικής στο χώρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας όπως: τον πετυχημένο θεσμό της θεματικής εβδομάδας και μαθητικούς διαγωνισμούς που είχαν εγκριθεί από το ΙΕΠ, τα μαθήματα των κοινωνικών επιστημών και των καλλιτεχνικών που προάγουν την ευαισθητοποίηση σε θέματα ισότητας, ισονομίας και δημοκρατικής συμπεριφοράς, τα ολοκληρωμένα εκπαιδευτικά προγράμματα συμπερίληψης ΛΟΑΤΚΙ μαθητών/τριών, το βραβευμένο πρόγραμμα σεξουαλικής εκπαίδευσης (Φρίξος) που εκπονούνταν από το 2015 στα σχολεία, το οποίο κι αυτό επανήλθε μετά τη σωρεία διαμαρτυριών και τώρα είναι αναρτημένο στο ΙΕΠ, αρνήθηκε τη διδασκαλία του αντικειμένου της σεξουαλικής εκπαίδευσης που ήδη είχε σχεδιαστεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και τα πρώτα εγχειρίδια έμφυλης διαπαιδαγώγησης για τα οποία τώρα, μετά την έξαρση της σεξουαλικής βίας, εξαγγέλθηκε de facto η διδασκαλία τους σε θεωρητικό επίπεδο, χωρίς να έχουμε δεδομένα υλοποίησης τους.

Επιπλέον, πρόσφατα, εν μέσω πανδημίας και καραντίνας, με τους μαθητές και τις μαθήτριες κλεισμένους για μήνες στα σπίτια τους, με άγνωστες ψυχολογικές επιπτώσεις, με την τηλεκπαίδευση να έχει εξαντλήσει εκπαιδευτικούς και μαθητ(ρι)ες ,το υπουργείο παιδείας έκρινε σκόπιμο και χρήσιμο να ζητήσει από κάθε σχολική μονάδα να έχει εγκεκριμένο εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας (ΦΕΚ 491/09.02.2021/Τεύχος B’), ο οποίος, κάτω από μια επίφαση προοδευτισμού, όπως παρουσιάστηκε σε υποδείγματα του ΙΕΠ, κρύβει μια σειρά από απαγορεύσεις σε ζητήματα εμφάνισης και συμπεριφοράς των μαθητών/τριών, που ενεργοποιούν συντηρητικά αντανακλαστικά σεξισμού και πουριτανισμού προηγούμενων εποχών.

Δεν είναι, όμως, τα σορτσάκια των κοριτσιών, τα χρωματιστά μαλλιά και τα σκουλαρίκια που δημιουργούν το πρόβλημα. Αντίθετα, ο μόνος δρόμος για να χτίσουμε ένα σχολείο στο οποίο προωθείται πραγματικά η συμπερίληψη και η δημοκρατικότητα είναι να ακούσουμε πραγματικά τα παιδιά και μέσα από τις αντιδράσεις τους να αφουγκραστούμε τις αγωνίες τους.

Συνολικότερα είναι απολύτως αναγκαίο να γίνουν ουσιαστικά βήματα όπως:

  • Να ξεκινήσει ένας σοβαρός διάλογος, ώστε να πάψουν να θυσιάζονται χιλιάδες ζωές στο βωμό της πατριαρχίας που συντηρεί έναν ολόκληρο κόσμο στη ναφθαλίνη.
  • Να εφαρμοστεί πλήρως η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και ο νόμος 4604/2019 για την ουσιαστική Ισότητα των φύλων.
  • Να λειτουργήσει, επιτέλους, η Ειδική Υπηρεσία για την κακοποίηση των γυναικών στην Αστυνομία και να ενισχυθούν οι αντίστοιχες υπηρεσίες στις γειτονιές.
  • Να αλλάξει ο απαράδεκτος νόμος για την αναγκαστική συνεπιμέλεια που μπορεί να δώσει την επιμέλεια και σε κακοποιητή ή δολοφόνο.

Γιατί ο αγώνας κατά της έμφυλης βίας είναι καθημερινός και μακροχρόνιος. Απαιτεί αντοχές και επαγρύπνιση μέχρι να πραγματοποιηθεί η ουσιαστική ισότητα των φύλων και οι γυναίκες να αποκτήσουν την πλήρη χειραφέτηση τους σε μια ανθρώπινη κοινωνία δικαίου, δημοκρατίας και πραγματικής ισονομίας.

Σχετικά άρθρα

Χαμηλά στα περιστατικά έμφυλης βίας η Ήπειρος

Αποστόλης Τζελέτας

Σπάζοντας τη σιωπή για την έμφυλη βία

Έμφυλη βία: Από τα χαρακτηριστικά και τις αιτίες έως τη διαχείριση και την πρόληψη