Θα σ’ αγαπώ όπως κι αν είσαι της Debi Gliori
«Θα σ’ αγαπώ όπως κι αν είσαι» της Debi Gliori, σε μετάφραση του Φίλιππου Μανδηλαρά από τις Εκδόσεις Πατάκη, είναι ένα από εκείνα τα ξεχωριστά παιδικά βιβλία που διαβάζεις μία φορά και σου μένουν για μια ζωή. Απευθύνεται σε παιδιά άνω των 3 ετών, αλλά αγγίζει εξίσου βαθιά και την καρδιά των ενηλίκων.
Στο επίκεντρο της ιστορίας βρίσκεται ένα μικρό αλεπουδάκι, ο Μικρός, και η μαμά του. Ο Μικρός ξεκινά τη μέρα του με κακή διάθεση και μέσα του γεννιέται μια ερώτηση που δεν λέγεται εύκολα: «Θα με αγαπάς, ακόμα κι όταν είμαι έτσι;» Η μαμά του, αντί να προσπαθήσει να τον «διορθώσει», τον παίρνει σε ένα φανταστικό ταξίδι, όπου ο Μικρός μεταμορφώνεται διαδοχικά σε τίγρη, ζουζούνι, δεινόσαυρο και άλλα πλάσματα, ρωτώντας κάθε φορά αν θα συνεχίσει να είναι αγαπητός. Η απάντηση της μητέρας παραμένει σταθερή και διαβεβαιωτική: «Θα σ’ αγαπώ όπως κι αν είσαι».
Αυτό που κάνει το «Θα σ’ αγαπώ όπως κι αν είσαι» τόσο ξεχωριστό είναι ότι δεν προσπαθεί να διδάξει κάτι με τον συνηθισμένο τρόπο. Αντίθετα, προσφέρει τις λέξεις για να εκφράσει κανείς αυτό που μερικές φορές δυσκολεύεται να πει. Είναι ένα βιβλίο που ανοίγεις όταν η μέρα πάει ανάποδα, όταν εσύ δεν είσαι στα καλύτερά σου, ή όταν το παιδί σου αναζητά διαβεβαίωση χωρίς να ξέρει πώς να τη ζητήσει.
«Θα σ’ αγαπώ όπως κι αν είσαι» είναι ένα βιβλίο που δεν αφήνεις πίσω μόλις το διαβάσεις. Το κρατάς κοντά σου, γιατί ξέρεις πως κάποια στιγμή, είτε εσύ είτε το παιδί σου, θα χρειαστεί να ακούσει ξανά το μήνυμά του: ότι η αγάπη, όταν είναι αληθινή, δεν έχει όρους και διαρκεί για πάντα, «όπως κι αν είσαι».
Αν της το είχα πει της Laura Nowlin
«Αν της το είχα πει», της Laura Nowlin κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση της Λητώς Ανδρέου, είναι ένα βιβλίο που ο ίδιος του ο τίτλος λειτουργεί σαν μαχαιριά. Μια φράση που όλοι έχουμε ψιθυρίσει, αναλογιζόμενοι τα λόγια που δεν είπαμε ποτέ και τις ευκαιρίες που χάθηκαν στη σιωπή.
Η ιστορία ξεκινά με τον Φιν, έναν χαρακτήρα που παραμένει μισόφωτος, και αποκτά πραγματική υπόσταση στο δεύτερο μέρος, μετά την απώλειά του. Εκεί, ακολουθούμε την Ότομν, καθώς μεταμορφώνεται – ώριμη, βουβή, με το σώμα της να αλλάζει και μια νέα ζωή να φυτρώνει εκεί που μια άλλη μόλις χάθηκε. Η εγκυμοσύνη της λειτουργεί σαν κάθαρση, σαν μια συνέχεια που επιμένει ακόμη κι όταν όλα τα άλλα σταματούν απότομα.
Μέσα από τις σελίδες του, το «Αν της το είχα πει», αποκαλύπτει μια βαθιά αλήθεια: πως δεν υπάρχει σωστή στιγμή για να πεις αυτό που νιώθεις, και πως μερικές φορές, αυτά που δεν λέμε μπορούν να καθορίσουν ολόκληρες ζωές. Δεν είναι το βιβλίο που θα αγαπήσεις για την τεχνική του, αλλά εκείνο που θα θυμάσαι για το συναίσθημα που αφήνει – ένα κενό που γεμίζει μόνο αν βρεις το θάρρος να μιλήσεις.
Μελατονίνη του Νίκου Παπαδόπουλου
Δεν ξέρω τι περίμενα, όταν άνοιξα τη «Μελατονίνη». Ίσως κάποιες γρήγορες ιστορίες, κάποιες νύξεις, κάτι να με κρατήσει ξύπνια σε ένα βράδυ που δεν ήθελα να τελειώσει. Αυτό που βρήκα, όμως, ήταν κάτι πολύ περισσότερο: μια συλλογή διηγημάτων που δεν προσπαθούν να εντυπωσιάσουν, αλλά να ψιθυρίσουν. Κι αυτό το κάνουν εξαιρετικά.
Υπάρχει μια αίσθηση σιωπής σε κάθε σελίδα -όχι βαρετής ή κενής- αλλά εκείνης της βαθιάς, εσωτερικής παύσης που έρχεται λίγο πριν τον ύπνο ή λίγο πριν τη συνειδητοποίηση. Οι ήρωες δεν κραυγάζουν. Κουβαλάνε τις ζωές τους με τρόπο σχεδόν μυστικό. Άνθρωποι καθημερινοί, σκέψεις σκοτεινές, συναισθήματα άγρια και ειλικρινή. Και κάπου εκεί, ανακαλύπτεις ότι η «Μελατονίνη» του τίτλου δεν είναι απλώς μια λέξη, αλλά ένα ρεαλιστικό πέρασμα: από το φως στη σκιά, από την έξω ζωή στην εσωτερική.
Κάποια διηγήματα ήθελα να τα διαβάσω δεύτερη φορά, με το που τα τελείωσα. Όχι για να τα καταλάβω, αλλά για να τα ξαναζήσω. Κάθε ιστορία είχε κάτι δικό της. Άλλες με άγγιξαν για την εικόνα, άλλες για τον ρυθμό, άλλες για μια πρόταση που ένιωθα πως έγραψε κάποιος που με γνωρίζει καλύτερα απ’ όσο θα ήθελα.
Δεν είναι συλλογή που φωνάζει «διάβασέ με». Είναι από εκείνες που, αν τις επιλέξεις, σου μιλούν χαμηλόφωνα και σε αλλάζουν χωρίς να το καταλάβεις. Για όσους δεν φοβούνται να αντικρίσουν την αλήθεια της σύγχρονης ζωής. Ίσως τελικά, δεν χρειάζεται να κοιμηθείς για να ονειρευτείς. Αρκεί να διαβάσεις κάτι σαν τη «Μελατονίνη».
