hpeiros aimilios neos
φωτογραφία Μενέλαος Συκοβέλης
ΑπόψειςΠολιτισμός

«Ήπειρος» του Αιμίλιου Νέου – Ένα βαθιά βιωμένο οδοιπορικό

Η Τιτίκα Τζάλλα γράφει για την «Ήπειρο», το νέο φωτογραφικό λεύκωμα του Αιμίλιου Νέου.

Όταν παρουσιάζουμε ένα βιβλίο, μια ποιητική συλλογή, βρίσκουμε λόγια να πούμε. Ο λόγος γεννάει λόγο. Τι κάνουμε όμως όταν χρειάζεται να μιλήσουμε για τη φωτογραφία, χωρίς να είμαστε ειδικοί; Και μάλιστα τη φωτογραφία που έχει ως κεντρικό της θέμα την Ήπειρο –έναν τόπο που αντιστέκεται, που είναι δύσκολο να καταπιαστεί κανείς μαζί του, καθώς δεν προσφέρεται σε εξιδανικεύσεις, ούτε επιτρέπει την πρόχειρη αποτύπωση. Δεν είναι τοπίο «εύκολο», καρτ ποστάλ που χαρίζεται στον πρώτο που θα σηκώσει φακό για να το απαθανατίσει. Είναι μια γεωγραφία αυστηρή, ιδιοσυγκρασιακή, και την ίδια στιγμή απέραντα γενναιόδωρη – αρκεί να της δοθεί χρόνος, να της αφιερωθεί κανείς. Κι εδώ έρχεται η δύναμη της φωτογραφίας. Αν η λογοτεχνία φτιάχνει εικόνες με τις λέξεις, η φωτογραφία είναι ο τρόπος που έχουμε για να αφηγούμαστε ιστορίες με εικόνες. Εκεί που ο λογοτέχνης αναζητά την κατάλληλη λέξη, που να έχει ακρίβεια και ρυθμό, ο φωτογράφος επιλέγει το κάδρο, το φως, τη στιγμή. Οι φωτογραφίες του τρίτου προσωπικού λευκώματος του Αιμίλιου Νέου, που κυκλοφορεί με τον τίτλο «Ήπειρος», μοιάζουν με μικρά διηγήματα: έχουν πλοκή, έχουν χαρακτήρες, έχουν χρόνο. Κι όπως η καλή λογοτεχνία αφήνει χώρο στον αναγνώστη να «μπει» στην αφήγηση, έτσι και οι εικόνες του αφήνουν στον θεατή τον χώρο της ερμηνείας. Δεν τον καθοδηγούν –του προτείνουν μια διαδρομή, μια σιωπηλή συνάντηση.

Ο τόπος που ξεδιπλώνεται

Ο τίτλος του λευκώματος «Ήπειρος» είναι οξύμωρα λιτός σε σχέση με τον πλούτο των εικόνων που μας προσφέρει κι έναν ολόκληρο κόσμο, που κρύβει μέσα του. Έναν κόσμο πυκνό, πολυεπίπεδο, τραχύ και φωτεινό, ακριβώς όπως ο τόπος που αποτυπώνει. Γιατί η  Ήπειρος δεν είναι απλώς γεωγραφία. Είναι παρελθόν και μνήμη, είναι χαρακτήρας, είναι ρυθμός και σιωπή, είναι πείσμα και ταπεινότητα. Κι ο Αιμίλιος Νέος, που γεννήθηκε στο Νησί των Ιωαννίνων και το έχει φωτογραφίσει στο πρώτο του λεύκωμα, που ζει και εργάζεται στα Γιάννενα και τα έχει φωτογραφίσει στο δεύτερο, που γαλουχήθηκε μέσα στη σιωπή των νερών, την υγρασία της πέτρας και το βλέμμα του βουνού, επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο και αυτή τη φορά απλώνει τη ματιά του σε όλη την Ήπειρο, καταγράφοντας όχι μόνο όσα αντικρίζει, αλλά και όσα –με έναν τρόπο– θυμάται και νιώθει.

Το φωτογραφικό λεύκωμα «Ήπειρος» είναι καρπός μιας μακρόχρονης περιπλάνησης στους δρόμους, τα βουνά, τις όχθες και τα σοκάκια της Ηπείρου. Βλέπουμε μια γεωγραφία πλήρη, και ταυτόχρονα κρυφή. Περιλαμβάνει φωτογραφίες από όλη την περιφέρεια, από το Πωγώνι, τα Ζαγοροχώρια και την Κόνιτσα ως τα Τζουμέρκα, την Πρέβεζα, την Πάργα και τη Θεσπρωτία. Από τα αστικά κέντρα της Ηπείρου ως τις πιο αθέατες και απομονωμένες γωνιές της -τα άγρια περάσματα των βουνών, το ανώνυμο ρέμα, το πέτρινο γεφύρι, το φορτωμένο με φρέσκο χιόνι τοπίο, την παραλία του Ιονίου λουσμένη στον δυνατό ήλιο –όλα εδώ είναι. Αλλά όχι όπως τα βλέπει ο τουρίστας ή ο περαστικός. Ο φακός του Αιμίλιου Νέου κατοικεί αυτά τα μέρη. Δεν είναι επισκέπτης· είναι παρών. Και αυτή η παρουσία είναι που κάνει τις εικόνες του να «μιλούν» και να μας βοηθούν να βρούμε εκείνες τις λέξεις που ψάχναμε για να τις περιγράψουμε. Το λεύκωμα αυτό δεν είναι ένας τουριστικός οδηγός. Είναι ένα εσωτερικό, βαθιά βιωμένο οδοιπορικό.

Η Ήπειρος, που παρουσιάζεται σ’ αυτό, δεν είναι μόνο μια φύση άγρια και μεγαλοπρεπής. Δεν είναι μόνο γεφύρια, φαράγγια, λίμνες, θάλασσες και βουνά. Ο φακός του Αιμίλιου Νέου στέκεται με την ίδια φροντίδα και στους ανθρώπους – τους λιγομίλητους, τους καθημερινούς, τους φευγαλέους. Ανθρώπους της δουλειάς, του μόχθου, της καθημερινότητας. Βοσκούς, τυροκόμους, ψαράδες, βαρελοποιούς, τεχνίτες του αργύρου, καζανάδες του τσίπουρου, εργαζόμενους στο ελαιοτριβείο και τη νεροτριβή. Ανθρώπους που κρατούν ζωντανά παραδοσιακά επαγγέλματα, αλλά και άλλους σε στιγμές ανάπαυλας: στο καφενείο, στο χαγιάτι, στη βόλτα. Μας δείχνει πρόσωπα. Βλέμματα. Στάσεις σώματος. Και μέσα από αυτά, μια άλλη γεωγραφία αναδύεται: η ανθρώπινη.

Όχι ότι παραμελεί τις πόλεις. Φωτογραφίζει τη ζωή σ’ αυτές· τα κτίρια, τις πλατείες, τις εκκλησίες, τους ρυθμούς της καθημερινότητας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στα τοπόσημα που κουβαλούν ιστορία και μνήμη. Που γίνονται φορείς του παρελθόντος, του παρόντος, αλλά και της προσδοκίας ενός μέλλοντος που συνεχίζει. Είναι πολύ χαρακτηριστική άλλωστε μία από τις τελευταίες εικόνες του λευκώματος στην οποία βλέπουμε ένα μικρό κορίτσι με τα χέρια απλωμένα ψηλά στον ουρανό –μάλλον είναι έτοιμο να χορέψει ή μπορεί και να χορεύει ήδη- και στο βάθος τους ενήλικες χορευτές με τις παραδοσιακές στολές τους. Είναι ίσως ένα από τα πιο κομβικά σημεία του λευκώματος, καθώς σ’ αυτή τη φωτογραφία συναντιούνται το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον. Είναι το σημείο στο οποίο η νέα γενιά παραλαμβάνει νοερά τη σκυτάλη από την προηγούμενη για να συνεχίσει.  Και μέσα από όλα αυτά, ο Αιμίλιος Νέος δημιουργεί έναν χάρτη εσωτερικό, πολιτισμικό, υπαρξιακό.

Το λεύκωμα οργανώνεται σε θεματικές ενότητες, σαν μικρές αυτόνομες αφηγήσεις που ενώνονται για να συνθέσουν τη συνολική ιστορία που θέλει να διηγηθεί ο Αιμίλιος Νέος για τον τόπο με τις εικόνες του. Ξεκινά με τις πόλεις της Ηπείρου, συνεχίζει με τα παραδοσιακά επαγγέλματα και τους ανθρώπους που τα ασκούν, επισκέπτεται τα χωριά της, περνά από τα ποτάμια και τα γεφύρια, τις θάλασσες, τις αρχαιότητες και τα νεότερα μνημεία –τις εκκλησίες και τις μονές, τις λίμνες, και τις όχθες τους. Εστιάζει σε στιγμές καθημερινότητας και χαλάρωσης, σε αθλητικές δραστηριότητες -ράφτινγκ, κανό καγιάκ, αναρρίχηση– άλλωστε ο Αιμίλιος Νέος πριν γίνει σπουδαίος φωτογράφος, υπήρξε σπουδαίος αθλητής. Και φτάνει στα πανηγύρια και τις μουσικές στιγμές της Ηπείρου, όπου ξεχωρίζουν οι μορφές του Γρηγόρη Καψάλη και του Πετρολούκα Χαλκιά, δύο ιστορικές φυσιογνωμίες του κλαρίνου.

Οι φωτογραφίες συνοδεύονται από σύντομες, επεξηγηματικές λεζάντες. Κι όμως, είναι σαν να λέει η καθεμία μια ολόκληρη ιστορία. Όχι μόνο γι’ αυτό που δείχνει, αλλά και για το πώς το δείχνει. Με ευαισθησία, με ακρίβεια, με φροντίδα.

Ματιά διεισδυτική, που δεν ζητά να εντυπωσιάσει

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αιμίλιος Νέος προτιμά τη λιτότητα. Δεν φορτώνει τις εικόνες του με φιλτραρίσματα ή εφέ. Η αισθητική του είναι διαυγής, καθαρή, τίμια. Σαν πέτρα ποταμίσια –λειασμένη, αλλά αυθεντική. Και η Ήπειρος, αυτός ο τόπος των αντιφάσεων και των αντοχών, βρίσκει σ’ αυτό το βλέμμα μια φωνή που της αρμόζει. Γιατί η δουλειά του Αιμίλιου Νέου δεν στήνεται πάνω στην αναζήτηση του εντυπωσιακού. Η ματιά του είναι παρούσα, αλλά ποτέ επιθετική, αδιάκριτη ή παρεμβατική. Είναι ήσυχη, διεισδυτική, ευγενική. Δεν παραβιάζει την ιδιωτικότητα των στιγμών και των προσώπων, δεν διακόπτει τη φυσική συνέχεια του τοπίου, για να στήσει το στιγμιότυπο. Ακολουθεί τη ζωή, σέβεται τον ρυθμό της, της δίνει χώρο και χρόνο να αποκαλυφθεί. Κι εκείνη, με τη σειρά της, του το ανταποδίδει απλόχερα. Ακριβώς επειδή δεν είναι ζητούμενό του να εντυπωσιάσει, να εκβιάσει το κάδρο ή να κατασκευάσει λήψεις, ο Αιμίλιος Νέος διεκδικεί με τη δουλειά του και κατακτά τη διάρκεια.

Λένε ότι το φως και ο χρόνος είναι τα βασικά υλικά με τα οποία φτιάχνεται μια φωτογραφία. Αλλά σε όλες τις φωτογραφίες, ακόμη και σ’ εκείνες που δεν απεικονίζονται πρόσωπα, υπάρχουν πάντα δύο άνθρωποι: αυτός που βγάζει τη φωτογραφία και εκείνος που τη βλέπει. Κι ο καθένας από τους δύο κουβαλάει μαζί του όλες τις εικόνες που έχει δει, όλα τα βιβλία που έχει διαβάσει, τη μουσική που έχει ακούσει, τα μέρη που έχει επισκεφτεί, τους ανθρώπους που έχει αγαπήσει. Κι εκεί ακριβώς συναντιόμαστε με το έργο του Αιμίλιου Νέου. Σε ένα κοινό έδαφος ευαισθησίας, εμπειρίας και συμμετοχής.

Η Ήπειρός του δεν είναι εξωραϊσμένη, ούτε σκληρή. Είναι τρυφερή χωρίς να είναι γλυκερή, ουσιαστική δίχως να γίνεται δογματική. Είναι αληθινή. Είναι ένας τόπος που αναγνωρίζουμε –είτε είμαστε Ηπειρώτες είτε επισκέπτες– και την ίδια στιγμή ανακαλύπτουμε ξανά. Με τον ίδιο τρόπο που ανακαλύπτουμε ένα γνώριμο πρόσωπο μέσα από το βλέμμα κάποιου άλλου.

Αυτή είναι η μεγάλη αρετή του έργου του. Ότι δεν καταγράφει απλώς την Ήπειρο· την αποκαλύπτει. Με ταπεινότητα και αγάπη. Με βαθιά γνώση και ενσυναίσθηση. Και την προσφέρει, ως ένα πολύτιμο τεκμήριο, σε όποιον θελήσει να δει όχι μόνο πώς είναι ένας τόπος, αλλά και πώς μπορεί να γίνει. Πώς μπορεί να νοηθεί, να κατοικηθεί, να αγαπηθεί.

Σχετικά άρθρα

EUROBANK | Περιοδεία Διοίκησης σε Δυτική Ελλάδα και Ήπειρο

Ηπειρωτικός Αγών

Απάντηση της ΗΠΕΙΡΟΣ για το λευκό τυρί ΒΙΚΟΣ

83 παραβάσεις για μη χρήση κράνους στην Ήπειρο

Ηπειρωτικός Αγών